Οι σημαίες κυματίζουν μεσίστιες σε ολόκληρη την Ιταλία και την ώρα της ομαδικής κηδείας σταμάτησε κάθε δραστηριότητα. Τα καταστήματα κατέβασαν τα ρολά, οι τροχονόμοι δεν φορούσαν σήμερα τα φωτεινά τους τζάκετ…
Πέντε ημέρες μετά το σεισμό τα σωστικά συνεργεία συνεχίζουν την έρευνες, όμως πλέον δεν υπάρχει ελπίδα για επιζώντες. Τη νύχτα οι διασώστες ανέσυραν νεκρή μία 53χρονη γυναίκα και την έφηβη κόρη της.
Τα θύματα του καταστροφικού σεισμού των 6,3 Ρίχτερ έχουν φθάσει πλέον τα 289, ανάμεσά τους τουλάχιστον 20 παιδιά. Ορισμένα από τα θύματα έχουν ήδη ταφεί σε ιδιωτικές τελετές.
Ο σεισμός προκάλεσε την καταστροφή περισσότερων από 10.000 κτιρίων, αφήνοντας 29.000 ανθρώπους δίχως στέγη να αναζητούν προσωρινό κατάλυμα στους 31 καταυλισμούς που έχουν στηθεί γύρω από τη Λ’ Ακουιλα και σε ξενοδοχεία της Πεσκάρα που έχει μισθώσει η ιταλική κυβέρνηση.
Από την εφημερίδα “Το βήμα”
Φωτογραφία: (Filippo Monteforte/AFP/Getty)
Κάθε φορά που γίνεται ένας σεισμός και τα κτίσματα καταρρέουν, καταρρέει και η ψυχή μου μαζί. Δεν είναι δυνατόν να πέφτουν κτίρια που σχεδιάστηκαν να είναι αντισεισμικά. Δεν είναι δυνατόν για να κερδίσει ο εργαλάβος ή η κατασκευαστική εταιρεία μερικά Ευρώ παραπάνω να δολοφονούν ανθρώπους με τέτοιον τρόπο. Γιατί περί δολοφονείας πρόκειται. Και δεν είναι, επίσης, δυνατόν μια ευνομούμενη και πολιτισμένη κοινωνία μιας σεισμογενούς περιοχής να μην εκπονεί κάποια στιγμή ένα σοβαρό σχέδιο για την αντικατάσταση των παλιών επικίνδυνων κτιρίων με καινούρια αντίστοιχα αντισεισμικά. Δεν υπάρχουν δικαιολογίες σε τέτοια ζητήματα.
Δηλαδή, πότε πρέπει μια κοινωνία να συσπειρώνεται; Όταν έχει ήδη συμβεί η ολική καταστροφή; Δεν θα έπρεπε από πριν οι άνθρωποι να βοηθούσαν ο ένας τον άλλον, άλλοτε με ιδιωτική πρωτοβουλία και άλλοτε μέσα από προγράμματα της πολιτείας με σκοπό να προλαμβάνουν οποιαδήποτε καταστροφή;
Σκεφτείτε το. Ένα ζευγάρι με τα παιδιά του πλαγιάζουν το βράδυ για ύπνο όπως κάθε μέρα. Και μέσα στα βαθιά μεσάνυχτα συμβαίνει ο σεισμός. Δεν προλαβαίνει κανείς να τιναχτεί από το κρεββάτι του. Βυθίζονται όλοι μέσα σε μια σούπα από χαλάσματα. Ποιός θα τους βγάλει από εκεί, ο χρόνος είναι περιορισμένος και η ζημιά ήδη έχει συμβεί. Ανασύρονται μετά από πολλές ώρες νεκροί. Κι αν κάποιος ζήσει, είναι καταραμένος, δεν θα ήθελε εκείνην την ώρα να ζήσει. Χωρίς τους αγαπημένους του ανθρώπους, με τον κόσμο του όλο γκρεμισμένο. Τι να την κάνεις τέτοια ώρα την συμπόνοια; Τι θα οφελήσει στην μετέπειτα διαλυμένη ζωή σου;
Η πρόληψη είναι αυτή που αξίζει. Όμως, για εμάς τα ανθρώπινα όντα που είμαστε ακόμα σε βιολογική εξέλιξη, η πρόληψη δεν έχει καμιά απολύτως αξία, παρά μόνο όταν το κακό ήδη έχει συμβεί. Τότε είναι που την επικαλούμαστε για να τη λησμονήσουμε αργότερα, γιατί έτσι είμαστε εμείς, ξεχνάμε. Βιολογικά αυτό είναι πολλές φορές απαραίτητο για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε, να συνεχίσουμε την όποια ζωή μας. Ωστόσο η κοινωνία δεν πρέπει να ξεχνάει.
Αν είναι λοιπόν η πρόληψη τόσο σπουδαία και ταυτόχρονα τόσο αδιάφορη για εμάς τους ανθρώπους, τι είναι αυτό που μπορεί να την αναδείξει; Είναι ο επιστημονικός κόσμος. Οι γιατροί για την πρόληψη των ασθενειών, οι δάσκαλοι και οι παιδαγωγοί για την ψυχική υγεία των μικρών παιδιών, οι διατροφολόγοι για την καλή διατροφή, οι μηχανικοί για την τεχνολογία κ.ο.κ.
Για τα κτίσματα υπεύθυνοι είμαστε κυρίως εμείς οι μηχανικοί. Για τη σταθερότητά τους φροντίζουν οι συνάδερφοι Πολιτικοί μηχανικοί, ενώ για τις ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις είμαστε υπεύθυνοι εμείς οι ηλεκτρολόγοι μηχανικοί μαζί με τους μηχανολόγους μηχανικούς. Όλοι μας είμαστε υπεύθυνοι.
Ως προς τον πολεοδομικό σχεδιασμό και τα κτίρια εντός σχεδίου αρμόδιος οργανισμός για τον έλεγχο σωστής κατασκευής και τήρησης των νόμων είναι η πολεοδομία. Αυτή μαζί με τους μηχανικούς. Μεγάλη ευθύνη έχουν επίσης και οι κατασκευαστικές εταιρείες που επεμβαίνουν στην κρίση και την εργασία των μηχανικών υπέρ του κέρδους και κατά της ισχυρής κατασκευής. Το αποτέλεσμα είναι οι κατασκευές σήμερα να σχεδιάζονται και να κτίζονται με βαθμό αντισεισμικής ασφαλείας οριακά πριν καταρρεύσουν. Ίσα-ισα να είναι στο νόμιμο όριο που επιτρέπει να πάρουν άδεια από την πολεοδομία και ίσα-ίσα στον οριακό βαθμό που τις επιτρέπει να μην καταρρεύσουν από τους συνηθισμένους σεισμούς. Έτσι όμως, ένα ελάττωμα στην κατασκευή, μια κακοτεχνία, είναι ικανές να μειώσουν αυτόν τον βαθμό και μετά από κάποιο χρονικό σημείο η κατασκευή να μην βρίσκεται πλέον μέσα στα αντισεισμικό όρια.
Μια κατασκευή που χτίζεται ακριβώς στο όριο καταρρευσής της αναπόφευκτα μετά από κάποια χρόνια θα είναι εκτός ορίων ασφαλείας. Αν χτιστεί με ένα μεγαλύτερο αντισεισμικό συντελεστή ή βαθμό ασφαλείας, τότε και μετά από πενήντα ή εκατό χρόνια θα δύναται να είναι ασφαλής. Οι σημερινές καινούριες κατασκευές είναι επικίνδυνες. Όχι σήμερα. Σίγουρα όμως μετά από τριάντα χρόνια οι περισσότερες θα είναι. Γιατί στη χώρα μας έχουμε δυνατούς και απρόβλεπτους σεισμούς – ποιός περίμενε να γίνει το 1995 σεισμός στα Γρεβενά; Κι όμως εμείς οι μηχανικοί, δουλοπάροικοι ενός παγκόσμιου κερδοσκοπικού συστήματος σε συνδυασμό με τις διεφθαρμένες πολεοδομίες σκάβουμε από τώρα τους τάφους για χιλιάδες συνανθρώπους μας. Παραδομένοι στην ματαιότητα, ντροπιασμένοι από τις επιλογές μας, αλλοτριωμένοι πέρα από την πραγματικό μας σκοπό να βελτιώνουμε τις συνθήκες ζωής, υποταγμένοι στο κέρδος, χωρίς επίγνωση του σπουδαίου ρόλου μας για την κοινωνία, δεχόμαστε την παρανομία και δεν προτάσουμε χαρακτήρα και προσωπικότητα απέναντι στο εύκαιρο κέρδος.
Για να λέγεσαι Μηχανικός δεν είναι αρκετό να έχεις τεχνικές γνώσεις και δεξιότητες. Πρέπει να έχεις και τόλμη, χαρακτήρα, αφοσίωση και αγάπη για τη δουλεία σου και την κοινωνία, να οραματίζεσαι ότι μπορείς να βελτιώσεις τις ζωές των ανθρώπων με τα έργα σου. Δεν φτάνει ένα πτυχίο και μια εγγραφή στο τεχνικό επιμελητήριο.
Όσοι από εμας κλείνουμε τα μάτια, αυτοεξαπατώμενοι ότι τίποτα καλά δεν θα συμβεί είμαστε λάθος. Αύριο, μετά από δέκα ή είκοσι χρόνια τίποτα δεν μας εγγυάται ότι και το δικό μας παιδί, το παιδί του διευθυντή της κατασκευαστικής εταιρείας, το παιδί του υπάλληλου της πολεοδομίας που λαδώνεται, το παιδί του εργολάβου, το παιδί του συνάδερφου μηχανικού, δεν θα βρεθεί σε μια ελαττωματική κατασκευή. Πως θα νιώσουμε τότε;
Η καρδιά της Λ’ Ακουίλα είναι και δικιά μας καρδιά. Πέθανε ένα ελληνόπουλο εκεί. Και άλλοι εκατοντάδες συνανθρωποί μας. Ο καημός και ο σπαραγμός δεν έχουν σύνορα. Και τώρα εμείς οι μηχανικοί θα πούμε ότι δεν πρέπει να ξαναχτιστούν χάλια κτίρια. Οι πολεοδόμοι και οι δήμαρχοι θα σκεφτούν ότι είναι καιρός να εκπονίσουν ένα σοβαρό σχέδιο αντικατάστασης των παλιών κτιρίων και να το τηρήσουν αυστηρά, η κοινωνία θα πει ότι ποτέ πια δεν πρέπει να ξανασυμβεί αυτό. Οι περισσότεροι από εμάς θα ξεχάσουν. Ας είναι. Ο πολιτισμός φτιάχνεται πετραδάκι-πετραδάκι και όχι σε μια μέρα.
Τουλάχιστον ο καθένας κατά τη διάρκεια της εργασίας του ας έχει στον νου του την προσωπική του ευθύνη.
Εκθεση της υπηρεσίας Πολιτικής Προστασίας της Ιταλίας είχε προειδοποιήσει από το 1999 τις αρχές της επαρχίας Αμπρούτσο ότι πολλές δεκάδες δημόσια κτίρια ήταν ιδιαίτερα ευάλωτα στους σεισμούς, αποκαλύπτει σήμερα ο ιταλικός Τύπος.
Αυτή η λεπτομερής έκθεση των σεισμικών κινδύνων σε επτά περιοχές της νότιας Ιταλίας που συντάχθηκε πριν από δέκα χρόνια από τον Φράνκο Μπαρμπέρι, αρχηγό της υπηρεσίας Πολιτικής Προστασίας την εποχή εκείνη επέτρεψε να γίνουν πραγματογνωμοσύνες σε 42.106 δημόσια κτίρια, επισημαίνουν οι εφημερίδες “La Stampa” και “Il Corriere della Sera”. Στην έκθεση τονίζεται πως συνολικά 171 σχολικά κτίρια κρίθηκαν ιδιαίτερα ευάλωτα σε σεισμούς.
Μετά τον πρόσφατο σεισμό στην Λ’Ακουιλα, το 80% των σχολικών κτιρίων κρίθηκαν ακατοίκητα από τους ειδικούς. Επίσης άλλα κτίρια της πόλης, όπως η Νομαρχία, το Ωδείο και η Βιβλιοθήκη, που τότε είχαν χαρακτηριστεί ως “υψηλού ή μεσαίου βαθμού κινδύνου”, κατέρρευσαν ή υπέστησαν σημαντικές ζημιές μετά από τον σεισμό της 6ης Απριλίου.
Στην έκθεση αναφέρονταν ως “ευάλωτα” και 55 κτίρια που ανήκουν στον τομέα υγείας στην ίδια επαρχία, ανάμεσα σε αυτά και το νοσοκομείο Σαν Σαλβατόρε της Λ’Ακουιλα για το οποίο είχε επισημανθεί πως οι εξωτερικοί τοίχοι είχαν χτιστεί πριν από το 1919.
Τέλος, τα στοιχεία της έκθεσης έδειχναν πως 550 κτίρια που είχαν οικοδομηθεί με πέτρες ή τούβλα βρίσκονταν σε κακή κατάσταση και θα ήταν δύσκολο να αντισταθούν στους σεισμούς.
Τα στοιχεία της έκθεσης καταχωρήθηκαν τότε στη βάση δεδομένων της περιοχής Αμπρούτσο, οι αρχές της οποίας έστειλαν ειδικούς, που ολοκλήρωσαν τις μελέτες τους το 2007. Από τότε όμως δεν έχει γίνει τίποτε, υπογραμμίζει η “Il Corriere della Sera”.
Από τον ισχυρό σεισμός της Δευτέρας 6 Απριλίου έχασαν τη ζωή τους τουλάχιστον 300 άνθρωποι μεταξύ τους και 28χρονος έλληνας φοιτητής Βασίλης Κουφολιάς. Εκατοντάδες ήταν οι τραυματίες, ενώ χιλιάδες έμειναν άστεγοι.
(από τις εφημερίδες)