“Χωρίς λόγια”… Αυτό θα ήθελα να πω για την κατάσταση σήμερα στην Ελλάδα. “Χωρίς λόγια”, γιατί δεν υπάρχει πια κάτι καινούριο που να αποζητά να πρωτοειπωθεί, κάτι που να μην το περιμέναμε σε αυτήν την κατάσταση.

“Χωρίς λόγια”… Κι όμως, είναι αυτό που εμείς οι Έλληνες στη συντριπτική μας πλειοψηφία έχουμε επιλέξει είτε συνειδητά είτε υποσυνείδητα να ζήσουμε. Ακολουθώντας τόσα χρόνια έναν παράλογο τρόπο ζωής συνυφασμένο με υπερκατανάλωση, ανούσιο life-style για τα μάτια του κόσμου και πόσα άλλα παράλογα πράγματα που μας απομάκρυναν από τον απλό και λιτό τρόπο ζωής των προηγούμενων γενεών. Η πολιτική και οικονομική κατάσταση που βιώνουμε σήμερα δεν είναι παρά μόνο και μόνο η απεικόνιση, σαν εκείνη του Πλάτωνα στον “κόσμο των ιδεών”, το αποτέλεσμα και η κοινή συνισταμένη της ατομικής στάσης του καθένα μας απέναντι στη ζωή μας και τη σχέση μας με τον συνάνθρωπό μας. Μια ειλικρινής ενδοσκόπηση στο “είναι” μας και μια ειλικρινής συζήτηση με τους εαυτούς μας αυτό θα μας έλεγε.

“Χωρίς λόγια”… Και για μένα. Οτιδήποτε είχα να πω για την πολιτική και κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα το έχω ήδη γράψει στα προηγούμενα άρθρα μου τους μήνες που πέρασαν. Δεν έχει αλλάξει κάτι από τότε και κάθε επανάληψη θα είναι κουραστική για τον μελλοντικό αναγνώστη. Εξάλλου, δεν πρέπει να αγνοήσω το γεγονός ότι στις προηγούμενες εκλογές η πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών επέλεξε την σημερινή κυβέρνηση συνειδητά και γνωρίζοντας την πολιτική που αυτή θα ακολουθούσε. Και τα τρία κόμματα είχαν προαναγγείλει ότι θα σχημάτιζαν μαζί κυβέρνηση και ότι η γραμμή θα ήταν μνημονιακή. Η πολιτική που ακολουθούν αυτήν τη στιγμή είναι ακριβώς η αναμενόμενη, δεν μας παρουσίασαν καμία έκπληξη, δεν παρέκκλιναν από την πραγματική τους ιδεολογία. Το ποσοστό που πήραν συγκεντρωτικά είναι πραγματική πλειοψηφία και δεν μπορεί να αμφισβητηθεί εύκολα. Μεταξύ των δύο εκλογών μεσολάβησε ένα χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του ενός μηνός, μέσα στο οποίο οποιοσδήποτε πολίτης είχε τον χρόνο να αποφασίσει αν τουλάχιστον θα ρίξει λευκό στην περίπτωση που κάποιο κόμμα δεν τον εξέφραζε. Επίσης, το μεγαλύτερο μέρος του ποσοστού του 40% των Ελλήνων που δεν πήγε να ψηφίσει αφορά σε Έλληνες που συνειδητά έδωσαν λευκή επιταγή σε οποιοδήποτε κόμμα θα ερχόταν να εφαρμόσει τη δική του πολιτική. Με βάση τα παραπάνω νούμερα, προκύπτει με έναν πρόχειρο υπολογισμό ότι το περίπου το 70% των εγγεγραμμένων στους εκλογικούς καταλόγους Ελληνίδων και Ελλήνων έχει είτε εμμέσως είτε άμεσα επιλέξει και αποδεχτεί αυτήν την κυβέρνηση και κατά συνέπεια την πολιτική και κοινωνική κατάσταση που επικρατεί σήμερα στη χώρα μας. Αν και προσωπικά ανήκω στο υπόλοιπο 30%, οφείλω να σεβαστώ το δημοκρατικό πολίτευμα και την ετυμηγορία του 70%, ακόμα και αν αυτή είναι ενάντια στη λογική μου. Είμαι ένας απλός Έλληνας πολίτης, δεν μου ανήκει η Ελλάδα και δεν έχω το δικαίωμα να επιβάλω σε οποιοδήποτε συμπολίτη μου τη δική μου άποψη. Ο καθένας μας έχει την ευθύνη για τον πολιτικό λόγο και τις πράξεις του και οφείλει να αποδεχτεί τις συνέπειες ο ίδιος ατομικά και όλοι μαζί ως ελληνική κοινωνία.

Δεν θα πρέπει να μας ξαφνιάζει το τελευταίο. Η δημοκρατία δεν είναι το καλύτερο πολίτευμα, αλλά το λιγότερο κακό. Επιπλέον, δεν παύει να είναι ένα πολίτευμα που κρύβει μέσα του συγκαλυμμένη ολιγαρχία. Αρκεί να θυμηθούμε ότι στην αρχαία Αθήνα, αν και όλοι οι πολίτες είχαν το “δικαίωμα” να ψηφίσουν, λίγοι ήταν εκείνοι που είχαν τη “δυνατότητα” να το πράξουν. Οι περισσότεροι πολίτες ήταν είτε επιφορτισμένοι με εργασία είτε πολίτες Β’ κατηγορίας και τελικά αυτοί που ελάμβαναν μέρος στην Εκκλησία του Δήμου, ψήφιζαν και αποφάσιζαν για όλους τους άλλους ήταν οι οικονομικά ευκατάστατοι που είχαν τη δυνατότητα να παραβρίσκονται με τη φυσική τους παρουσία στον λόφο της Πνύκας και είχαν ουσιαστικά κάνει την πολιτική επάγγελμά τους. Η διαφθορά και τα πολιτικά παιχνίδια ήταν από εκείνην την εποχή τμήμα της πολιτικής ζωής αυτού του τόπου.

“Χωρίς λόγια”, λοιπόν… Θα συνεχίσω να γράφω τον επόμενο καιρό για θέματα λιγότερο πολιτικά, εκτός και αν υπάρξει κάτι που αξίζει να αναφερθεί. Εύχομαι κουράγιο και δύναμη στους αγαπημένους μου ανθρώπους, τους φίλους και τους απλούς ανθρώπους να αντέξουν αυτά που μας έρχονται τον επόμενο καιρό.