“…Οι κοινωνίες μας θα πρέπει ανοικοδομηθούν πάνω στην ανθρωπιά, στην καλοσύνη, στην αξιοπρέπεια και σε όλες τις άλλες ανθρώπινες αξίες που έχουμε ξεχάσει σήμερα. Τότε μόνο θα μπορέσουμε να λύσουμε όλοι μαζί τα προβλήματα της χώρας μας…”

Η κυρίαρχη είδηση της σημερινής ημέρας ήταν το χαστούκι που έφαγε η βουλευτής του ΚΚΕ Λιάνα Κανέλη από τον βουλευτή της Χρυσής Αυγής Ηλία Κασιδιάρη. Αυτό που έγινε σήμερα ήταν λίγο-πολύ αναμενόμενο. Αν θυμόσαστε καλά, το 1998 ο Μιχαλολιάκος, καλεσμένος τότε στη Ζούγκλα του Τριανταφυλλόπουλου, πέταξε μια καρύδα στον σκηνοθέτη Κολλάτο (http://youtu.be/grcIbTOU1R4?t=2m40s). Το σημαντικότερο γεγονός για μένα δεν ήταν αυτό. Είναι ότι ως χώρα έχουμε φτάσει στο σημείο μηδέν, όπου οι καρκινοπαθείς στη χώρα μας δεν μπορούν να προμηθευτούν τα φάρμακά τους. Σε εκείνο το σημείο, όπου πλέον δεν υπάρχουν χρήματα στο κράτος, παρ’ όλην τη φοροεισπρακτική αφαίμαξη από τα χαράτσια και τις περικοπές χαμηλόμισθων και συνταξιούχων. Σε εκείνο τη σημείο όπου η ανεργία είναι πλέον “σκήνωμα ζωής”, όπως θα έλεγε και ο ποιητής, και χιλιάδες νέοι σκέφτονται σοβαρά μέσα στην απελπισία τους να εγκαταλείψουν τη χώρα. Όπου και να κοιτάξεις γύρω σου υπάρχει ένα κλίμα καημού, μαραζώματος και δυστυχώς και διχόνοιας.

Επανέρχομαι στο γεγονός με το χαστούκι, κυρίως γιατί με ενοχλεί πολύ η υποκριτική απάντηση των (α)διάφορων εκπροσώπων κομμάτων που με τη μέχρι σήμερα στάση τους έχουν παροτρύνει τέτοιου είδους συμπεριφορές. Η στάση τους να βγαίνουν στον τηλεοπτικό φακό και να κάνουν δηλώσης καταδίκης του περιστατικού είναι, συγνώμη που το λέω αλλα δεν ξέρω πώς να αλλιώς να το χαρακτηρήσω καλύτερα, γλοιώδης και αηδιαστική. Και όση οργή και να έχουμε μέσα μας και όσο και να σπεύσουμε να καταδικάσουμε τη Χρυσή Αυγή και τον βουλευτή της για το συγκεκριμένο γεγονός, νομίζω ότι ήρθε η ώρα να κοιτάξουμε τον εαυτό μας στον καθρέπτη και ψάξουμε πρώτα εκεί να βρούμε τι συμβαίνει. Διότι, αν ο δικός μας καθρέπτης έχει κάτι να μας δείξει, το οποίο επαναλαμβάνω είναι επιτακτική ανάγκη να το ενδοσκοπήσουμε ενδελεχέστερα, υπάρχει και ο άλλος ο καθρέπτης, εκείνος ο οποίος αφορά την κοινωνία μας, τη πολιτεία και την πατρίδα μας και που μέρος του είμαστε όλοι εμείς. Αυτός ο καθρέπτης αυτήν τη στιγμή είναι θολός, υφίσταται πιέσεις, διαστρεβλώσεις και παραμορφώσεις και πολύ φοβάμαι ότι τώρα είναι το σημείο καμπής του για να σπάσει. Έχει φτάσει στα όρια αντοχής του και μαζί του και αυτά που θα ονομάζαμε “ελληνική μεταπολιτευτική δημοκρατία” και “ελληνική κοινωνία”. Έχουμε όλοι μας ευθύνη για αυτό που συμβαίνει και πριν σπεύσουμε να καταδικάσουμε τον δράστη, γεγονός που όλοι μας πρέπει να το κάνουμε, είναι ανάγκη να αναλάβουμε πρωτίστως τις ευθύνες μας.

Η ευθύνη του πολιτικού συστήματος.

Ευθύνεται και το πολιτικό σύστημα που βασίζεται ακόμα και σήμερα στη μεγάλη διαφθορά, στην τρανταχτή ατιμωρησία του και στο μεγάλο θράσος που επιδεικνύουν οι εκπρόσωποί του. Ειδικά τα κόμματα που έχουν κυβερνήσει, των οποίων η πολιτική γύρω από το υπουργείο δημόσιας τάξης (ή προστασίας του πολίτη σήμερα) διευκόλυνε και ανέθρεψε τέτοιου είδους οργανώσεις. Και είναι περίσσιο το θράσος και ουσιαστικά υποκριτική η στάση των εκπροσώπων τους, όταν βγαίνουν στον αέρα για να καταδικάσουν τέτοιου είδους συμπεριφορές. Είναι ανάγκη, επίσης, να συνυπολογιστεί η ασυνέπεια των πολιτικών ανάμεσα στο λόγο και στις πράξεις τους, οι συνειδητές ψευδείς δηλώσεις τους, η συμμετοχή τους στη διαπλοκή και στη διαφθορά, η αναίσχυντη χρήση της βουλευτικής τους ασυλίας και εντέλει η καταστρατήγηση του πολιτικού ήθους αναφορικά με τον όρο “πολιτικό όν”. Μέχρι σήμερα δεν έχει ακουστεί ένα πραγματικό “συγνώμη”. Και είναι πολύ δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι ο Άκης Τσοχατζόπουλος, εφόσον είναι ένοχος (πράγμα που αυτό φαίνεται ως σήμερα), ελάμβανε τις αποφάσεις μόνος του, δεν είχε συνεργάτες και δεν υπήρχε δημοκρατικός μηχανισμός να τον ελέγξει.

Η ευθύνη του δημοσιογραφικού κατεστημένου.

Ευθύνεται και το δημοσιογραφικό κατεστημένο και η σχέση διαφθοράς και διαπλοκής που έχει αυτό με το πολιτικό κατεστημένο. Είναι, θα λέγαμε, συγκοινωνούντα δοχεία. Ως αποτέλεσμα της τελευταίας, ο πολιτικός διάλογος έχει μετατραπεί σε ένα ριγκ αντιφωνούντων οι οποίοι καταστρατηγούν τις βασικές αρχές του διαλόγου, αλληλοδιαπληκτίζονται, ουρλιάζουν, δεν εκφράζουν πολιτικό λόγο ουσίας και απαξιώνουν το πολιτικό ήθος. Αυτές οι εικόνες που πριν από χρόνια θα προκαλούσαν αποστροφή και ανησυχία στους πολίτες για το πολιτικό σκηνικό της χώρας, σήμερα είναι ο κανόνας. Οι σύγχρονοι πολίτες-τηλεθεατές έχουν συνηθίσει να ζουν πλέον με αυτές και έχοντας αναπτύξει ένα είδος “ηθικής και πολιτικής ανοχής” δεν ταράζονται και αποδέχονται την “πραγματικότητα” που τους σερβίρουν τα κανάλια. Με την απαξίωση της πολιτικής εικόνας επιχειρείται ουσιαστικά να εμφυτευτεί η εντύπωση στον πολίτη ότι “η ενασχόληση με το πολιτικό γίγνεσθαι είναι κάτι ανάξιο, ανήθικο και αναξιοπρεπές και κατά συνέπεια κάτι που δεν αξίζει να ασχοληθεί κανείς μαζί του”. Ως προς το ερώτημα “τι πρέπει να ψηφίσει”, λίγο πριν τις εκλογές υφίσταται την επιστημονικά προμελετημένη πλύση εγκεφάλου από τα τηλεοπτικά κανάλια, το ραδιόφωνο, τις εφημερίδες και σε μικρότερο βαθμό από το ίντερνετ.
Ειδικά για τη χρυσή Αυγή που είναι μια ακροδεξιά οργάνωση υπάρχουν στοιχεία και ενδείξεις ότι είχε και έχει σχέσεις με ένα σημαντικό κομμάτι της ελληνικής αστυνομίας και έχει συμβάλει σε σημαντικό βαθμό στη διάλυση πολλών αυθόρμητων ειρηνικών πορειών. Μπορεί κάλλιστα να ισχυριστεί κανείς με βάση τα σημερινά δεδομένα, ότι αυτή η οργάνωση σε συνδυασμό με τον άλλον πόλο της, τους αναρχοαυτόνομους, έχουν μέχρι σήμερα αποτελούν το υπ’ αριθμόν νούμερο ένα κατασταλτικό εργαλείο του πολιτικού κατεστημένου με σκοπό να αντιμετωπίσει και να αδρανοποιήσει ειρηνικές διαδηλώσεις πολιτών, οι οποίες θα μπορούσαν να αφυπνίσουν την κοινή γνώμη και να ωθήσουν ολοένα και περισσότερους πολίτες σε πολιτική εγρήγορση και στην απαίτηση πραγματικής δημοκρατίας.

Η ευθύνη των πολιτών.

Φταίμε και εμείς οι πολίτες. Με το να στηρίζουμε κυβερνήσεις και πρόσωπα που μέσα από κυβερνητικές θέσεις έχουν συμβάλει σε όλα αυτά που αναφέρω παραπάνω, είμαστε ουσιαστικά συνυπεύθυνοι. Όσες πλύσεις εγκεφάλου και να μας κάνουν, υπάρχουν πάντα τρόποι να ξαναγίνουμε σιγά-σιγά υγιή πολιτικά όντα.
Ο πρώτος από όλους είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε κοινωνικά όντα και να δώσουμε αξία στον συνάνθρωπό μας. Αυτό σημαίνει ότι πάνω από κόμματα, παρατάξεις, σημαίες και οργανώσεις υπάρχει ο συνάνθρωπός μας. Ο γείτονάς μας, ο συνάδερφός μας στη δουλειά, ο περιπτεράς, ο ταξιτζής, το παιδί του φαναριού, ο υπάλληλος πίσω από τον γκισέ, ο μπροστινός μας στην ουρά… Όλοι αυτοί, ακόμα και να έχουν αντίθετες πολιτικές απόψεις και πεποιθήσεις με εμάς, είναι και πρέπει να είναι μέσα στη συνείδησή μας ανώτεροι από κάθε κόμμα, πιο ψηλά από σημαίες, φουστανέλες και λάβαρα. Γιατί με αυτούς ζούμε, με αυτούς συναναστρεφόμαστε, αυτών τη χαρά και τη λύπη μοιραζόμαστε, όσο ξένοι για εμάς και να είναι αυτοί. Γιατί, τι αξία έχει π.χ. να έχεις εσύ χρήματα και την ίδια στιγμή όλη η γειτονιά σου να λιμοκτονεί;
Ο δεύτερος τρόπος είναι να κατανοήσουμε τον συνάνθρωπό μας τόσο συναισθηματικά όσο και λογικά και να (αλληλοεπι)δράσουμε μαζί του. Να αναπτύξουμε διάλογο, να μην μας πειράξει που η δική του άποψη για λύση δεν συμφωνεί με τη δική μας, να ψάξουμε να βρούμε κοινά σημεία μεταξύ μας και να δράσουμε εφαρμόζοντάς τα αποφασιστικά, τοποθετώντας έστω και προσωρινά στην άκρη τις επημέρους μας διαφορές. Για τον κάθε συνάνθρωπό μας, δηλαδή, δεν θα πρέπει να είναι η πρώτη μας ερώτηση αν “πιστεύει τα ίδια πράγματα με εμάς”, αλλά “ποιες είναι οι κοινές μας απόψεις και πώς θα μπορούσαμε να τις υλοποιήσουμε άμεσα”. Με αυτό το σκεπτικό βήμα-βήμα θα μπορούσαμε κάθε μέρα να χτίσουμε και κάτι καινούριο. Συνεπώς, φταίμε και εμείς οι πολίτες που δεν θέλουμε να καταλάβουμε ότι η δημοκρατία ξεκινάει από μέσα μας προς έξω σε αντίθεση με την ολιγαρχία που ξεκινάει από έξω προς τα μέσα μας και μάλλον αυτό είναι που βιώνουμε σήμερα. Οι κοινωνίες μας θα πρέπει ανοικοδομηθούν πάνω στην ανθρωπιά, στην καλοσύνη, στην αξιοπρέπεια και σε όλες τις άλλες ανθρώπινες αξίες που έχουμε ξεχάσει σήμερα. Τότε μόνο θα μπορέσουμε να λύσουμε όλοι μαζί τα προβλήματα της κοινωνίας μας.

Πηγές & ενδιαφέροντα άρθρα